Αυτές τις ώρες της αγανάκτησης, της οργής, της θλίψης, της απογοήτευσης, αναζητώ ελπίδα. Ελπίδα πως ο τόπος δεν θα βουλιάξει άλλο, ελπίδα πως κάτι καλό θα βγει μέσα από τον πόνο, το αίμα, τις στάχτες, και τα δάκρυα.
Παλεύει μέσα μου ο κυνισμός με την ελπίδα. Τι καλό προέκυψε τόσα χρόνια από το ΠΑΣΟΚ και τη ΝΔ; Η διαχείριση της εξουσίας από τα δυο κόμματα, οδήγησε την κοινωνία εδώ που βρίσκεται σήμερα. Έχει επιβληθεί στον τόπο ένα κομματικό καθεστώς που εξυπηρετεί μόνο τα δύο μεγάλα κόμματα και πνίγει κάθε ειλικρινή πρωτοβουλία πολιτικής δράσης. Είχα γράψει, μαζί με τον παλιό μου φίλο Περικλή Κωνσταντινίδη, κάποιες ιδέες που θα επέτρεπαν να ανθήσει νέα πολιτική δράση στην Ελλάδα.
Παρακολουθώ αυτές τις μέρες στο διαδίκτυο τις συζητήσεις και τις ιδέες που καταθέτουν άνθρωποι που δεν έχω γνωρίσει και που θα ήθελα να τους σφίξω το χέρι εξ’ αιτίας αυτών που γράφουν. Ανακαλύπτω ανθρώπους που μιλούν νηφάλια για το πώς θα μπορέσουμε να σηκωθούμε λιγο ψηλότερα, λίγο καλύτερα.
Η ελπίδα δηλαδή που αναζητώ υπάρχει στα προσωπα και στις ιδέες αυτών των ανθρώπων. Που την ώρα της κρίσης, την ώρα που σκοτεινιάζει, την ώρα που ακόμη και η ίδια η κυβέρνηση ἐν εἴδη γελοίας λογοδιάρροιας προσφέρει την ανικανότητά της, την ώρα αυτή εμφανίζονται άτομα με ιδέες, με λόγο, με ψυχραιμία και κοιτούν μπροστά.
Δεν υπάρχει αίμα που να ζητάει εκδίκηση. Είναι προσβολή στη μνήμη του νεκρού παιδιού να μιλούν κάποιοι εξ’ αίματός του. Πρέπει επιτέλους να καταλάβουμε πως το αίμα που χύνεται — πάντοτε άδικα, πάντοτε πρόωρα — είναι δύναμη για όλους μας, για να δουλέψουμε πολύ, για να βρεθούμε χιλιάδες στους τροχούς, για να γυρίσει ο ήλιος.
Η στροφή του ήλιου δεν είναι εκδίκηση. Είναι το μέλλον μας και αποτελεί την ελπίδα μας. Αυτή που διαφαίνεται θαμπά, στην αρχή, καθώς το σκοτάδι απλώνεται γύρω μας.
Την ώρα που σκοτεινιάζει λοιπόν, βρίσκεται μια ελπίδα. Βρίσκονται λίγοι άνθρωποι με θάρρος και με τόλμη και με συναίσθηση της στιγμής. Σηκώνουν το σκοτάδι και αφήνουν να φανεί για λίγο η ελπίδα και το μέλλον. Για να γνωρίζουμε πως θα τα συναντήσουμε λίγο αργότερα, αν σηκωθούμε λίγο ψηλότερα.
Καὶ οὕτως͵ ὦ Γλαύκων͵ μῦθος ἐσώθη καὶ οὐκ ἀπώλετο͵ καὶ ἡμᾶς ἂν σώσειεν͵ ἂν πειθώμεθα αὐτῷ͵ καὶ τὸν τῆς Λήθης ποταμὸν εὖ διαβησόμεθα καὶ τὴν ψυχὴν οὐ μιανθησόμεθα
Pingback: Η ελπίδα, την ώρα που σκοτεινιάζει — ροη σταχυολόγων()