Ο δαίμων του παντοπωλείου

Κινείται απαρατήρητος, σχεδόν αόρατος, στους διαδρόμους των παντοπωλείων.  Στα καλάθια των ανύποπτων νοικοκυραίων ρίχνει άσχετα προϊόντα.  Προφυλακτικτά στο καλάθι της ηλικιωμένης που αγοράζει γιαούρτι και παξιμάδια, χοιρινό λουκάνικο στο καροτσάκι του χορτοφάγου, λουλούδια στο καλάθι του χωρισμένου.  Και αφαιρεί πράγματα.  Φτάνει η νοικοκυρά στο ταμείο και δεν βλέπει αυγά.  Θυμάται που τα έβαλε στο καροτσάκι της αλλά τώρα είναι άφαντα και στη θέση τους βρίσκεται μια κατεψυγμένη κότα.  Η σάλτσα ketchup αντικαταστάθηκε από tabasco, ο καφές με τσάι, κι η μουστάρδα με μαγιονέζα.  Τα μαρούλια γίναν ραδίκια κι οι ντομάτες μήλα.  Σταυροκοπιούνται οι νοικοκυρές στο ταμείο: μα τι έκανα; πού τα’βαλα; τι είναι ετούτο εδώ το κινέζικο;

Στη γωνιά κάθε παντοπωλείου ο δαίμων, πανταχού παρών και τις μπάμιες αναπληρών, στοχάζεται τις αδυναμίες και ευαισθησίες των καταναλωτών.  Βάζει κρασί στα νερά, αλλάζει τις μαρίδες με γαρίδες, και χαμογελά με το χαμόγελο της κοπέλας που τον παίρνει είδηση.

Share

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *