Επέτειος: 20 χρόνια Internet

Σα σήμερα πριν 20 χρόνια βγήκα στο διαδίκτυο για πρώτη φορά. Από το 1986 ως το 1991 χρησιμοποιούσα το BITNet. Τον Αύγουστο του 1991 το πανεπιστήμιο μου στο Ohio έδωσε στους φοιτητές του πρόσβαση στο Internet.  Το πρώτο πράγμα που έκανα ήταν να στήσω έναν gopher server δημοσιεύοντας φωτογραφίες από τη Δράμα, εικονογραφημένα κείμενα απο το Ohio και ποίηματα των Ελύτη και Σεφέρη.

Share

Ημέρα Ευχαριστίας

Η τέταρτη Πέμπτη του Νοεμβρίου είναι η Ημέρα της Ευχαριστίας στις ΗΠΑ. Πρόκειται για κοσμική εθνική γιορτή, με ρίζες στις τελετές λατρείας των αποσχηματικών αγγλικανών αποίκων του Plymouth τον 17ο αιώνα και στις τοπικές παραδόσεις της φθινοπωρινής συγκομιδής. Το πλούσιο γεύμα της ημέρας δίνει την ευκαιρία σε φίλους και συγγενείς να στοχαστούν για λίγο και αισθανόμενοι ευγνωμοσύνη για την καλή τους τύχη και φέτος, να ευχαριστήσουν εραστές και δαίμονες, θεούς κι ανθρώπους για μια ακόμη χρονιά.

Εδώ και μερικά χρόνια, για την Ημέρα της Ευχαριστίας ανταμώνουμε στο σπίτι ενός παλιού φοιτητή μου και πολύ καλού φίλου και τηγανίζουμε μια γαλοπούλα των 12 κιλών. Την γαλοπούλα τη συνοδεύουμε με πατάτες διαφόρων ποικιλιών τις οποίες ετοιμάζουμε διαφορετικούς τρόπους: πουρέ, ψητές, γεμιστές, κτλ. Επίσης το τραπέζι περιλαμβάνει λαχανικά της εποχής και βεβαίως σπανακοτυρόπιτα — παραμένουμε εκπρόσωποι του Ελληνικού πολιτισμού άλλωστε!

Η Ευχαριστία μου θυμίζει το δικό μας Πάσχα: ευκαιρία να μαζευτούμε αγαπημένα πρόσωπα γύρω από το τραπέζι, να γευτούμε καλό φαγητό και κρασί, και να χαρούμε την παρέα των άλλων. Διαφέρει λίγο ο καιρός. Σήμερα, για παράδειγμα στο Σικάγο, είδαμε τις πρώτες νιφάδες. Από αύριο θα δούμε και τα πρώτα χριστουγεννιάτικα στολίδια και φώτα στη γειτονιά.

Η Μέρα της Ευχαριστίας μου δίνει την αφορμή να σταθώ για λίγο πέρα από την καθημερινότητα και να αναλογιστώ πόσο τυχερός έχω σταθεί στη ζωή μου. Όχι επειδή τα πήγα σχετικά καλά με τη σταδιοδρομία μου. Αλλά επειδή έχω τους φίλους που έχω.

Share

21 Αυγούστου 1990: πατρίδα τα χρόνια, είκοσι

Η θεώρηση της πρώτης εισόδου στις ΗΠΑ, πριν 20 χρόνια.

Το βράδι της 20ης Αυγούστου 1990 βγήκαμε για φαγητό στη Θεσσαλονίκη. Ο Μπάμπης με την Εύα, η Τάνια κι εγώ. Επιστρέφοντας στο σπίτι της Τάνιας, σταματήσαμε κάπου ψηλά (Βούλγαρη;) και είδα τα φώτα της πόλης για μια ακόμη φορά. Το πρωί σηκωθήκαμε νωρίς για να πάμε στο αεροδρόμιο. Ο λαιμός ένας κόμπος.

Μια βαλίτσα. Ολυμπιακή ως Frankfurt κι απο ‘κει με Delta ως το Cincinnati, όπου έφτασα νωρίς το απόγευμα στις 21 Αυγούστου 1990.

Αμερική, Αμερική
καλά μου λέγαν μερικοί
πως είσαι χώρα, χώρα μαγική

Είκοσι χρόνια, με τις χαρές και τις λύπες τους, το ανθρώπινο βάρος τους μετρημένο με σφραγίδες θεωρήσεων σε τρία διαβατήρια. Admitted until… Admitted until…

Είκοσι χρόνια από το σπίτι της Δράμας και το διαμέρισμα των Ιωαννίνων, στο σπίτι στο Chicago και στο σπίτι στο Miami. Είκοσι χρόνια λάθη, επιτυχίες, παθήματα, μαθήματα.

Με τον Μπάμπη (δεξιά) στις Μυκήνες το 1990, δυο μήνες πριν το πρώτο ταξίδι μου στις ΗΠΑ

Είκοσι χρόνια μακριά από τους ανθρώπους που μεγαλώσαμε μαζί. Είκοσι χρόνια συνάμα δίπλα τους, κουμπάροι, φίλοι, αφήνουμε πάντοτε το τελευταίο τσίπουρο να το αποτελειώσουμε στο επόμενο ταξίδι.

Είκοσι χρόνια πληκτρολόγια, αεροδρόμια, δρομολόγια, απόμακροι επιτάφιοι, κέρινα χρόνια, ωραία χρόνια, είκοσι χρόνια, δύσκολα χρόνια, αληθινά χρόνια, γεμάτα χρόνια, βιαστικά και αργά μαζί είκοσι.

Νύχτα στα 40.000 πόδια, πάνω από τον Τροπικό του Καρκίνου, πάνω από τον Ισημερινό, πάνω απο τον Τροπικό του Αιγόκερω, ως το Ρίο, και μετά πίσω ως τον Βόρειο Αρκτικό Κύκλο, να γλυστράς ανάμεσα στους μεσημβρινούς κύκλους, να χάνεσαι στους μεσημβρινούς ύπνους, είκοσι χρόνια προσδεθείτε, το κάθισμά σας σε όρθια θέση, και το ατομικό σας τραπεζάκι κλειστό. Αμέτρητα ατομικά τραπεζάκια.

Γιατί έφυγα; Ήμουν φιλόδοξος, ένοιωθα πως δεν με χωρούσε ο τόπος, δεν έβλεπα μέλλον, είχα περιέργεια να δω την Αμερική, ήθελα να κάνω κάτι διαφορετικό, να δω τον κόσμο.  Όμως έφυγα και επειδή φοβόμουν την Ελλάδα. Ενηλικιώθηκα στην Ελλάδα της δεκαετίας του ’80· την φοβήθηκα, τη σιχάθηκα.

Είκοσι χρόνια η νέα πατρίδα. Πατρίδες τα χρόνια. Είκοσι.

Share

Ο δαίμων του παντοπωλείου

Κινείται απαρατήρητος, σχεδόν αόρατος, στους διαδρόμους των παντοπωλείων.  Στα καλάθια των ανύποπτων νοικοκυραίων ρίχνει άσχετα προϊόντα.  Προφυλακτικτά στο καλάθι της ηλικιωμένης που αγοράζει γιαούρτι και παξιμάδια, χοιρινό λουκάνικο στο καροτσάκι του χορτοφάγου, λουλούδια στο καλάθι του χωρισμένου.  Και αφαιρεί πράγματα.  Φτάνει η νοικοκυρά στο ταμείο και δεν βλέπει αυγά.  Θυμάται που τα έβαλε στο καροτσάκι της αλλά τώρα είναι άφαντα και στη θέση τους βρίσκεται μια κατεψυγμένη κότα.  Η σάλτσα ketchup αντικαταστάθηκε από tabasco, ο καφές με τσάι, κι η μουστάρδα με μαγιονέζα.  Τα μαρούλια γίναν ραδίκια κι οι ντομάτες μήλα.  Σταυροκοπιούνται οι νοικοκυρές στο ταμείο: μα τι έκανα; πού τα’βαλα; τι είναι ετούτο εδώ το κινέζικο;

Στη γωνιά κάθε παντοπωλείου ο δαίμων, πανταχού παρών και τις μπάμιες αναπληρών, στοχάζεται τις αδυναμίες και ευαισθησίες των καταναλωτών.  Βάζει κρασί στα νερά, αλλάζει τις μαρίδες με γαρίδες, και χαμογελά με το χαμόγελο της κοπέλας που τον παίρνει είδηση.

Share

Νυχτώσανε τα χρόνια

Δύσκολη μέρα: να βλέπεις τον Έλληνα Πρωθυπουργό να κηρύσσει και επίσημα αυτό που ξεκίνησε εδώ και 30 χρόνια: τη χρεοκοπία του τόπου σου.  Οικονομική χρεοκοπία, διότι η ηθική υφίσταται εδώ και πολλά χρόνια.  Δύσκολη μέρα.  Να λείπεις 20 χρόνια από την Ελλάδα και να πονάς σα να μην έφυγες ποτέ.  Πέρα από τις πολιτικές και ιδεολογικές διαφορές μας, ο Παπανδρέου μίλησε από το Καστελόριζο ως πρωθυπουργός μιας χώρας που περνά δύσκολες ώρες, ταπεινωτικές ώρες.

Τέτοιες ώρες δεν έχω όρεξη ούτε για πολιτική συζήτηση ούτε για τεχνοκρατικές αναλύσεις.  Από βδομάδα ίσως.  Απόψε, γέμισα ένα ποτηράκι με Oban και σεργιάνισα στην οδό Νικήτα Ράντου.  Σταμάτησα στον αριθμό 62:

Απόψε επήρα την νύχτα μαζί μου — έλα και σύ
όλα μας ανήκουν τώρα, δε μπορεί
και για μας κάπου θα υπάρχει ένας πανέρημος λειμώνας
θα κάτσουμε εκεί ωσότου έρθουν οι άλλες οι αναπόφευκτες ώρες
και θα πλημμυρίσουμε το χάος με ασήμαντα λόγια
θα φερθούμε σα θεοί: γύρω μας θα φυτεύσουμε
όστρακα και μανιτάρια, τηλέφιλα και οινάνθια
στη Ρούθ και στη Βάλια θα στείλουμε αγγελικούς σημάντορες
στους άλλους δε θα πούμε τίποτα
κανείς δε θα ξέρει πώς ένας κόσμος ολόκληρος εδημιουργήθη
από τα αισθήματα που τρέφουμε ό ένας για τον άλλον.

Απόψε η παρέα μου είναι οι ποιητές κι οι μελωδοί μας.  Οι φωνές της Πρωτοψάλτη και του Σαββόπουλου.  Οι στίχοι του Καββαδία, του Ελύτη, του Σαχτούρη.  Η οδός Νικήτα Ράντου.  Απόψε παρέα μου είναι οι Έλληνες που δημιουργήσαν και δημιουργούν.

Με τόλμη —  της δικής μας θέλησης το μέλλον.

Share

Η γειτονιά που δεν άφησα ποτέ

Πάνε 25 χρόνια από τότε που άφησα τον μικρόκοσμο της γειτονιάς μου στη Δράμα.  Από το 1985 κι έπειτα επιστρέφω, ολοένα και αραιότερα, στην γειτονιά μόνο ως επισκέπτης.  Άλλα πρόσωπα έχουν αλλάξει.  Σε άλλα οι ρυτίδες έχουν βαθύνει.  Οι αυλές όμως παραμένουν ανοιχτές και ενωμένες.  Ο πρωινός καφές, ο ίδιος.

Την γειτονιά δεν την άφησα ποτέ.  Κυριακή πρωί περνώ απέναντι, μ ένα φλυτζάνι τσάι, φορώντας ακόμη τις πυζάμες μου και μπαίνω από την πίσω πόρτα στην κουζίνα του Kevin.  Κάθεται στο τραπέζι με την Ena και απολαμβάνουν τον καφέ τους.  Άλλες μέρες μπαίνω στο σπίτι και βρίσκω τον Mike από δίπλα να περιμένει με ένα μπουκάλι κρασί.  Κάθε τόσο μαζευόμαστε στο σπίτι του Peter και της Jennifer για poker — στο τέλος όλοι φεύγουν με όσα ακριβώς χρήματα ήρθαν.  Το χειμώνα, όταν λείπω σε ταξίδια ο Henry θα καθαρίσει το χιόνι από το πεζοδρόμιό μας για να χει η Breeda το νου της ήσυχο.  Όταν λείπει ο Henry μας αφήνει τα σκυλιά του.  Τα καλοκαίρια στήνουμε με τον Kevin μια μεγάλη οθόνη στην αυλή μας και προβάλλουμε ταινίες για όλη τη γειτονιά.

Η πρώτη φάση της μετακόμισης ολοκληρώνεται. Η δεύτερη θα ακολουθήσει μετά την πώληση του σπιτιού.

Προχτές ήρθε το φορτηγό να πάρει καποια πράγματα και να τα παει στην Florida.  Ένας από τους εργάτες κάποια στιγμή μου είπε πως είναι η αστυνομία έξω και με ψάχνει.  Ήταν η Liz, η αστυνομικός της γειτονιάς.  Είδε το φορτηγό της μεταφορικής και σταμάτησε.  Δεν ήξερε πως σιγα-σιγά φεύγουμε από το Oak Park.  Εδώ και χρόνια της έχουμε ανοίξει το σπίτι μας.  Τα καλοκαίρια σταματάει για μια λεμονάδα και για να παίξει με τα σκυλιά.  Όταν λείπουμε στην Ελλάδα ή στην Ιρλανδία, περνάει από το σπίτι και μας στέλνει email μέρα-παρά-μέρα, πως όλα είναι ήσυχα.

Σήμερα καθώς φόρτωνα το CR-V για το ταξίδι αύριο και μεθαύριο, ήρθαν οι γείτονες με κρασί και πίτσα.  Στο πόδι, έξω, με -4 Κελσίου, σε 30 εκατοστά χιόνι, ο κορεάτης δικηγόρος, ο μαύρος ψυχίατρος, ο ιρλανδός οδοντίατρος, ο μεξικάνος επιχειρηματίας, ο κολομβιανός ξυλουργός, ο ιταλός φωτογράφος, κι ο γερμανός συνταξιούχος πυροσβέστης.

Σαρανταδύο χρόνια, την γειτονιά δεν την άφησα.

Share

Kι εδώ ξεβάφει αίμα και δάκρυ

Την Αϊτή την ένοιωθα πάντοτε ως έναν τόπο που έχει πονέσει όσο κι η Κύπρος.   Και σήμερα που η Αϊτή βουλιάζει μέσα στον πόνο, αισθάνομαι ανήμπορος.  Το ίδιο ανήμπορος που νοιώθω απέναντι στο δράμα της Κύπρου.  Ο ανθρώπινος πόνος κι η απελπισία, έχουν τον τρόπο τους και σε βρίσκουν από μεγάλη απόσταση.  Στα σχήματα αυτά δεν έχεις τίποτα ακριβό να παραδώσεις.  Λίγες δόσεις, μόνο, ελεημοσύνης λες και τα δολάρια ή τα ευρά που καταθέτεις στον Ερυθρό Σταυρό θα απαλυνουν τον πόνο αυτών που υποφέρουν.  Η φλογίτσα που τσιρίζει στις κλειδώσεις πονάει απ’ το ’74.  Από προχτές πονάει πιο πολύ.

Share

Σικάγο

Έπειτα από 14 χρόνια διαμονής στο Σικάγο είμαι βέβαιος πως πρόκειται για την ομορφότερη μεγαλούπολη των ΗΠΑ.  Με πανέμορφα πάρκα, υπέροχα λιμανάκια, μοναδική αρχιτεκτονική, πλούσια πολιτισμική δραστηριότητα, εξαιρετικά σχολεία, εκπληκτικά εστιατόρια, και ανθρώπινες γειτονιές.  Ακόμη και σήμερα, όταν οδηγώ τα βράδια στο Lake Shore Drive και αντικρύζω την ουρανογραμμή της πόλης, το skyline, το παραπέτασμα των φωτισμένων κτιρίων με φόντο τον σκοτεινό ουρανό μου αισθάνομαι το ίδιο ρίγος που ένοιωσα την πρώτη φορά που είδα την πόλη πριν 15 χρόνια.  Στο Σικάγο έζησα για περισσότερο καιρό απ’ όσο σε κάθε άλλο μέρος που βρέθηκα εκτός από την Ελλάδα.

Δεν θα μπω σε συγκρίσεις και αναλύσεις για τους λόγους που θεωρώ το Σικάγο καλύτερο από τη New York ή το San Francisco.  Μια πόλη την ερωτεύεσαι μέσα από τα βιώματα και τις εμπειρίες σου.  Η πόλη αυτή με έφερε σε επαφή με καλλιτέχνες όπως η Patricia Barber.  Με chef όπως ο Bruce Sherman.  Με ανθρώπους όπως ο Mark, ο Brett, κι ο Job με τους οποίους γίναμε φίλοι.  Στην πόλη αυτή γνώρισα τη γυναίκα μου.  Εδώ πρωτοσάλπαρα με δικό μου ιστιοφόρο, το Νόστο.  Στην πόλη αυτή είδα τους πρώτους μου φοιτητές να αποφοιτούν.   Εδώ είδα τον αδελφό μου για τελευταία φορά πριν αυτοκτονήσει.

Την ξέρω πια αυτή την πόλη.  Γνωρίζω ποιούς δρόμους να πάρω για ν’ αποφύγω την κίνηση.   Ποιά είναι τα καλά κορεάτικα εστιατόρια.  Πού να βρω το καλύτερο σούσι.  Ποιο βιβλιοπωλείο πουλά ακόμη τεύχη του Asterix — σπάνιο πράμα στις ΗΠΑ.   Πού είναι θαμένος ο Al Capone και ο Enrico Fermi.  Και που θαφτήκαν οι άποροι της πόλης που χαθήκαν στην μεγάλη πυρκαγιά του 1871.  Ποιο παντοπωλείο φέρνει (λαθραία) jamon iberico.  Ποιος χασάπης πουλάει σκέπες για τζιεροσαρμά.   Πώς να παρκάρω στο κέντρο της πόλης για λιγότερο από $0.10 την ώρα.

Σκέφτομαι τους δεσμούς μου με την πόλη αυτή, γιατί έπειτα από 14 χρόνια ευδόκιμης διαμονής ήρθε η ώρα να την αφήσω.  Τον επόμενο μήνα ξεκινώ νεα δουλειά στη Florida.  Μέσα στο 2010 ελπίζουμε να πουλήσουμε το σπίτι μας στο ιστορικό Oak Park και να μετακομίσουμε οριστικά κάπου στο Miami.  Εκεί μας περιμένουν νέες περιπέτειες και γνωριμίες και εμπειρίες.

Share